Вдаваний στα ελληνικά
Μετάφραση: вдаваний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαινομενικός, δήθεν, φερόμενος, υποκριτικός, υποκριτική, υποκριτικό, υποκριτικές, υποκρισία
Μεταφράσεις
- вгору-вниз στα ελληνικά - επάνω και κάτω, πάνω και κάτω, πάνω κάτω
- вгорі στα ελληνικά - πάνω, άνω, πάνω από, ανωτέρω, παραπάνω
- вдавання στα ελληνικά - υπόθεση, εκζήτηση, προσποίηση, επιτήδευση, πλαστότης, τεχνητού, τεχνητό, ...
- вдавати στα ελληνικά - προσποιούμαι, επιτηδεύομαι, ισχυρίζομαι, προσποιούνται, προσποιούμαστε, υποκρινόμαστε
Τυχαίες λέξεις
Вдаваний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαινομενικός, δήθεν, φερόμενος, υποκριτικός, υποκριτική, υποκριτικό, υποκριτικές, υποκρισία
Μεταφράσεις: φαινομενικός, δήθεν, φερόμενος, υποκριτικός, υποκριτική, υποκριτικό, υποκριτικές, υποκρισία