Взуття στα ελληνικά
Μετάφραση: взуття, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παπούτσια, υποδήματα, υπόδηση, είδη υπόδησης, υποδημάτων, υπόδησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вздовж στα ελληνικά - κατά μήκος, μαζί, μήκος, κατά μήκος της
- взнати στα ελληνικά - αναγνώριση, βρέθηκαν, βρέθηκε, διαπιστώθηκε, διαπίστωσε, βρεθεί
- взяття στα ελληνικά - λήψη, λαμβάνοντας, λαμβανομένων, τη λήψη, λαμβάνει
- взірець στα ελληνικά - δείγμα, υπόδειγμα, ψυχή, δοκιμάζω, παράδειγμα, πρότυπο, υποδειγματικών, ...
Τυχαίες λέξεις
Взуття στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παπούτσια, υποδήματα, υπόδηση, είδη υπόδησης, υποδημάτων, υπόδησης
Μεταφράσεις: παπούτσια, υποδήματα, υπόδηση, είδη υπόδησης, υποδημάτων, υπόδησης