Витягувати στα ελληνικά
Μετάφραση: витягувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιγνός, αραιός, αραιώνω, ψιλός, εκχύλισμα, εκχυλίσματος, απόσπασμα, αποσπάσματος, εκχυλίσματα
Μεταφράσεις
- витягнути στα ελληνικά - εκχύλισμα, αποσπώ, τραβήξτε προς τα έξω, τραβήξτε έξω, τραβήξτε, βγάλτε, βγάλει
- витягти στα ελληνικά - εκτοξεύω, εκτινάσσω, εκχύλισμα, εκχυλίσματος, απόσπασμα, αποσπάσματος, εκχυλίσματα
- витівка στα ελληνικά - ευθυμία, διασκέδαση, τρέλες, κάπαρη, στολίζω, αταξία, παιγνίδι, ...
- витівки στα ελληνικά - στολίζω, αταξία, παιγνίδι, φάρσα, φάρσας
Τυχαίες λέξεις
Витягувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιγνός, αραιός, αραιώνω, ψιλός, εκχύλισμα, εκχυλίσματος, απόσπασμα, αποσπάσματος, εκχυλίσματα
Μεταφράσεις: λιγνός, αραιός, αραιώνω, ψιλός, εκχύλισμα, εκχυλίσματος, απόσπασμα, αποσπάσματος, εκχυλίσματα