Гравірувати στα ελληνικά
Μετάφραση: гравірувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντομή, στύλος, ύφος, χάραξης, εγχάραξης, χαραγμένη, etch, χαράζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гравій στα ελληνικά - χαλίκι, χαλίκια, αμμοχάλικο, αμμοχάλικου, χώμα
- гравірування στα ελληνικά - χαρακτική, χαρακτικής, εγχάραξη, εγχάραξη με, χαρακτικό
- гравіруйте στα ελληνικά - χαράζω, χαράξουμε, χαράξει, χαράξτε, χαράξω
- гравітація στα ελληνικά - βαρύτητα, έλξη της βαρύτητος, βαρύτητας, έλξης, της βαρύτητας
Τυχαίες λέξεις
Гравірувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντομή, στύλος, ύφος, χάραξης, εγχάραξης, χαραγμένη, etch, χαράζει
Μεταφράσεις: εντομή, στύλος, ύφος, χάραξης, εγχάραξης, χαραγμένη, etch, χαράζει