До στα ελληνικά
Μετάφραση: до, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προς, ώσπου, μέχρι, προτού, κατά, από, ταμείο, εναντίον, πριν, σε, να, για, με
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- днищі στα ελληνικά - διογκώνω, κάτω μέρος, πυθμένας, κάτω, πυθμένα, βάση
- дно στα ελληνικά - πάτος, κάτω μέρος, πυθμένας, κάτω, πυθμένα, βάση
- добавка στα ελληνικά - πρόσθετο, πρόσμειξη, πρόσθετης, προσθέτου, προσθετικό, πρόσθετης ύλης
- добавлення στα ελληνικά - παράρτημα, προσάρτημα, προσθέσετε, προσθέσει, προσθέτουν, προσθέστε, προσθέτουμε
Τυχαίες λέξεις
До στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προς, ώσπου, μέχρι, προτού, κατά, από, ταμείο, εναντίον, πριν, σε, να, για, με
Μεταφράσεις: προς, ώσπου, μέχρι, προτού, κατά, από, ταμείο, εναντίον, πριν, σε, να, για, με