Λέξη: κλίμα

Σχετικές λέξεις: κλίμα

κλίμα κλήμα, κλίμα και σχέσεις του σχολείου, κλίμα ελλάδας, κλίμα ισπανίας, κλίμα ευρώπης, κλίμα σουηδίας, κλίμα καιρός, κλίμα ορισμός, κλίμα κρήτης, κλίμα πολωνίας

Συνώνυμα: κλίμα

χώρα

Μεταφράσεις: κλίμα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
climate, climate of, atmosphere, a climate, environment
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
clima, climático, el clima, climática, del clima
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
klima, Klima, Klima-, Klimas
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
climat, ambiance, atmosphère, climatique, climatiques, le climat, température
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
clima, climatico, climatici, il clima, tempo
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
clima, climáticas, do clima, climática, o clima
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
klimaat, het klimaat, klimaatverandering, klimaat-
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
настроение, атмосфера, климат, климата, клима
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
klima, klimaet, klimaanlegg
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
klimat, klimatet
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ilmasto, ilmanala, ilmastonmuutoksen, ilmastointi, ilmaston, ilmastoon
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
klima, klimaet, klima-
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ovzduší, klima, podnebí, klimatu, klimatizace, klimatické
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
klimat, klimatyczny, klimatu, klimatyczne, klimatycznych, klimat i
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
klíma, éghajlat, éghajlati, éghajlatváltozás
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
iklim, klima, iklimi, hava
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
клімат, настрій, атмосфера
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
klimë, klimës, klima, e klimës, klima e
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
климат, изменението, изменението на, на климата, климатичните
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
клімат
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ilmastik, õhkkond, kliima, kliimaautomaatik, kliima-, kliimamuutustega, kliimale
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
klime, klimom, klima, podneblje, ozračja, ozračje, klimatske, klimatskih, klimu
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
veðurlag, loftslag, loftslagi, loftslagsmál, loftslagið, veðurfar
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
clima
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
klimatas, klimato, su klimato, dėl klimato, klimato kaitos
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
klimats, klimata, klimatu, ar klimata, par klimata
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
клима, климата, климатски, климатските, на климатските
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
climă, climat, climatice, clima, climei
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
klima, podnebje, podnebne, podnebja, podnebnih, podnebnimi
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
podnebí, podnebie, podnebia, podnebiu, klímy

Στατιστικά δημοτικότητας: κλίμα

Τυχαίες λέξεις