Λέξη: κρουαζιέρα

Σχετικές λέξεις: κρουαζιέρα

κρουαζιέρα θα σε πάω στίχοι, κρουαζιέρα θα σε πάω, κρουαζιέρα πάσχα, κρουαζιέρα στο αιγαίο, κρουαζιέρα στη μεσόγειο, κρουαζιέρα πάσχα 2014, κρουαζιέρα στη ρόδο, κρουαζιέρα θα σε πάω- βαγγέλης γερμανός, κρουαζιέρα από ηράκλειο, κρουαζιέρα αδριατική

Συνώνυμα: κρουαζιέρα

περίπλους

Μεταφράσεις: κρουαζιέρα

κρουαζιέρα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cruise, a cruise, cruising, cruise on

κρουαζιέρα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
crucero, cruceros, de crucero, de cruceros, travesía

κρουαζιέρα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kreuzfahrt, seereise, Kreuzfahrt, Kreuz, Cruise, Reise

κρουαζιέρα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
croisière, croiser, vitesse, de croisière, croisières, la croisière

κρουαζιέρα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
crociera, Cruise, da crociera, di crociera, crociera Il

κρουαζιέρα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cruzeiro, de cruzeiro, cruzeiros, cruise, de cruzeiros

κρουαζιέρα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kruisen, reis, cruise, de cruise, cruisecontrol

κρουαζιέρα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
круиз, поход, плавание, крейсировать, путешествие, крейсерство, круизных, круиза, круизного

κρουαζιέρα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
cruise, cruiset

κρουαζιέρα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kryssning, kryssnings, kryssningen, cruise, kryssningsfartyg

κρουαζιέρα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
risteillä, risteily, vakionopeussäädin, cruise, risteilyn, risteilyllä

κρουαζιέρα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
cruise, krydstogt, krydstogtskibe, sejltur

κρουαζιέρα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
křižování, plavba, výletní, cruise, tempomat, plavbu

κρουαζιέρα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rejs, krążyć, krążownik, cruise, rejsu, wycieczkowy, z rejsu

κρουαζιέρα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hajókázás, Sebességtartó, körutazás, tengerjáró, cruise

κρουαζιέρα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
seyir, cruise, yolcu, yolculuk, kruvaziyer

κρουαζιέρα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
круїз, плавання

κρουαζιέρα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dalje në det, lundrim, lundrimit, e lundrimit, udhëtimi

κρουαζιέρα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
круиз, на скоростта, скоростта, круизен, ограничител на скоростта

κρουαζιέρα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
круіз

κρουαζιέρα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kruiis, ristlemine, püsikiiruse, Reisi, kruiisilaevade, Cruise, kiirusehoidja

κρουαζιέρα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bočica, krstarenje, Cruise, krstarenja, tempomata, krstariti

κρουαζιέρα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skemmtiferðaskip, Cruise, skemmtiskipahöfn, siglingu, að skemmtiskipahöfn

κρουαζιέρα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žygis, kruizas, pastovaus greičio palaikymo, pastovaus greičio, kruizinių, kruizinis

κρουαζιέρα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kruīza, kruīzs, Cruise, kruīzu, Krūzs

κρουαζιέρα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
крстарење, Круз, крстосувачки, на крстарење

κρουαζιέρα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
croazieră, de croazieră, croaziera, de croaziera, cruise

κρουαζιέρα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
križarjenje, cruise, tempomat, hitrosti, potniška

κρουαζιέρα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
plavba, plavby, lodná doprava, jazda, príbrežná doprava

Στατιστικά δημοτικότητας: κρουαζιέρα

Τυχαίες λέξεις