Додержання στα ελληνικά
Μετάφραση: додержання, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακολούθηση, παρατηρητικότητα, εμμονή, τήρηση, φύλαξη, διατήρηση, τήρησης, την τήρηση
Μεταφράσεις
- додаток στα ελληνικά - συμπληρώνω, προσχώρηση, απόκτημα, συμπλήρωμα, αναπληρωτής, ένταξη, κορυφογραμμή, ...
- додекаедр στα ελληνικά - δωδεκάεδρο, δωδεκαέδρου, δωδεκάεδρα, δωδεκαέδρων, δωδεκάεδρου
- додержування στα ελληνικά - εμμονή, τήρηση, την τήρηση, τήρησης, σεβασμό, η τήρηση
- додержувати στα ελληνικά - διατήρηση, κρατήσει, διατηρούν, να κρατήσει, διατηρήσει
Τυχαίες λέξεις
Додержання στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακολούθηση, παρατηρητικότητα, εμμονή, τήρηση, φύλαξη, διατήρηση, τήρησης, την τήρηση
Μεταφράσεις: παρακολούθηση, παρατηρητικότητα, εμμονή, τήρηση, φύλαξη, διατήρηση, τήρησης, την τήρηση