Зачіпати στα ελληνικά

Μετάφραση: зачіпати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανησυχία, προσβάλλω, προβληματισμός, ενδιαφέρον, αφή, επαφή, άγγιγμα, αγγίζετε, αγγίξτε
Зачіпати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • зачинитися στα ελληνικά - κλείσει, έκλεισε, κλείσουν, έκλεισαν, κλείσιμο
  • зачиняти στα ελληνικά - κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
  • зачіска στα ελληνικά - κόμμωση, χτένισμα, hairdo, το χτένισμα
  • зашелестіти στα ελληνικά - θρόισμα, zashelestity
Τυχαίες λέξεις
Зачіпати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανησυχία, προσβάλλω, προβληματισμός, ενδιαφέρον, αφή, επαφή, άγγιγμα, αγγίζετε, αγγίξτε