Капітан στα ελληνικά

Μετάφραση: капітан, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καπετάνιος, καπετάνιο, αρχηγός, πλοίαρχος, κυβερνήτης
Капітан στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • капіталізувати στα ελληνικά - κεφαλαιοποιώ, κεφαλαιοποιήσει, κεφαλαιοποιήσουν, κεφαλαιοποιεί, επωφεληθούμε, αξιοποιήσει
  • капіталіст στα ελληνικά - καπιταλιστής, κεφαλαιοκράτης, καπιταλιστική, καπιταλιστικής, καπιταλιστικό
  • капітане στα ελληνικά - καπετάνιος, Captain, αρχηγός, πλοίαρχος, Καπετάν
  • капітул στα ελληνικά - κεφάλαιο, κεφαλαίου, το κεφάλαιο, του κεφαλαίου, κεφάλαιο αυτό
Τυχαίες λέξεις
Капітан στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καπετάνιος, καπετάνιο, αρχηγός, πλοίαρχος, κυβερνήτης