Кресати στα ελληνικά
Μετάφραση: кресати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πελεκώ, kresaty
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- креповий στα ελληνικά - κρεπ, crapy
- кресало στα ελληνικά - ατσαλένιος, χάλυβας, ατσάλι, χάλυβα, σιδήρου και χάλυβα, από χάλυβα
- креслення στα ελληνικά - πρωτότυπο, περιγραφή, πρόγραμμα, διάγραμμα, χάρτης, σχέδιο, σχεδίου, ...
- кресляр στα ελληνικά - συρτάρι, συντάκτης, Ο συντάκτης, συντάκτη γνωμοδότησης, συντάκτη γνωμοδότησης τον, συντάκτρια
Τυχαίες λέξεις
Кресати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πελεκώ, kresaty
Μεταφράσεις: πελεκώ, kresaty