Нарікати στα ελληνικά
Μετάφραση: нарікати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραπονιέμαι, διαμαρτύρονται, παραπονιούνται, παραπονούνται, προσάπτουν, παραπονεθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- застосування στα ελληνικά - εργασία, εφαρμογή, αίτηση, εφαρμογής, αίτησης, την εφαρμογή
- зволожтеся στα ελληνικά - zvolozhtesya
- кемпінг στα ελληνικά - κατασκήνωση, κάμπινγκ, camping, κατασκήνωσης, το κάμπινγκ
- конвульсія στα ελληνικά - σπασμός, σπασμοί, σπασμών, σπασμούς, σπασμού
Τυχαίες λέξεις
Нарікати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραπονιέμαι, διαμαρτύρονται, παραπονιούνται, παραπονούνται, προσάπτουν, παραπονεθεί
Μεταφράσεις: παραπονιέμαι, διαμαρτύρονται, παραπονιούνται, παραπονούνται, προσάπτουν, παραπονεθεί