Обирати στα ελληνικά

Μετάφραση: обирати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαλέγω, εκλέγω, επιλέγω, επιλέξτε, επιλέξετε, επιλέξουν, επιλέγουν, να επιλέξουν
Обирати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бурмотіти στα ελληνικά - μουρμουρίζω, ψέλλισμα, σιγομουρμουρίζω, Μαμπλ, μουρμουρίζει
  • косметичка στα ελληνικά - Αισθητικός, beautician, αισθητικό, αισθητικού, Ομορφιάς
  • лавірувати στα ελληνικά - ελιγμός, ελιγμών, χειρισμών, ελιγμού, ελιγμό
  • мило στα ελληνικά - σαπούνι, σαπουνιού, σάπωνα, σάπωνος, σαπούνια
Τυχαίες λέξεις
Обирати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαλέγω, εκλέγω, επιλέγω, επιλέξτε, επιλέξετε, επιλέξουν, επιλέγουν, να επιλέξουν