Омлет στα ελληνικά

Μετάφραση: омлет, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομελέτα, ομελέτες, ομελέτας, ομελέτα με
Омлет στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бункер στα ελληνικά - κάδος, χοάνη, χοάνης, χωνί, της χοάνης, χωνιού
  • вертання στα ελληνικά - επαναφέρω, σώζω, ανακτώ, Επαναφορά, επανέλθει, επανέρχονται, επανέλθουν, ...
  • витирання στα ελληνικά - σκουπίζω, σκουπίστε, σκουπίσετε, σκουπίσει, σκουπίζετε
  • капля στα ελληνικά - καταβρέχω, ρανίδα, ουγκιά, χάντρα, πτώση, πέσει, drop, ...
Τυχαίες λέξεις
Омлет στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομελέτα, ομελέτες, ομελέτας, ομελέτα με