Очевидно στα ελληνικά

Μετάφραση: очевидно, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φανερά, υποθέτω, ούτε, προφανώς, ξεκάθαρα, εμφανώς, φαίνομαι, καθαρά, προφανές, φυσικά, προφανές ότι
Очевидно στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бичуйте στα ελληνικά - καυτηριάζεται, ψέγει, στηλιτεύει, καυτηριάζεται η
  • вдавати στα ελληνικά - προσποιούμαι, επιτηδεύομαι, ισχυρίζομαι, προσποιούνται, προσποιούμαστε, υποκρινόμαστε
  • гармонійність στα ελληνικά - αρμονία, αρμονίας, την αρμονία, αρμονικά, της αρμονίας
  • контроль στα ελληνικά - έλεγχος, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της
Τυχαίες λέξεις
Очевидно στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φανερά, υποθέτω, ούτε, προφανώς, ξεκάθαρα, εμφανώς, φαίνομαι, καθαρά, προφανές, φυσικά, προφανές ότι