П'ятиразовий στα ελληνικά
Μετάφραση: п'ятиразовий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυδώνι, πενταπλούς, Quintuple, πενταπλές, πεντάκλινη, Πεντάκλινο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вирувати στα ελληνικά - βράζω, βρασμός, βράσει, βράση, βράζουμε
- відраза στα ελληνικά - σίχαμα, ανταμοιβή, αντιπάθεια, διστακτικός, αποστροφή, αντιπαθητικός, φρίκη, ...
- кривдник στα ελληνικά - ένοχος, παραβάτης, δράστη, δράστης, παραβάτη, κατάδικος
- кутовій στα ελληνικά - γωνιακός, γωνιώδης, γωνιακή, γωνιακής, γωνιακό, γωνιακές
Τυχαίες λέξεις
П'ятиразовий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυδώνι, πενταπλούς, Quintuple, πενταπλές, πεντάκλινη, Πεντάκλινο
Μεταφράσεις: κυδώνι, πενταπλούς, Quintuple, πενταπλές, πεντάκλινη, Πεντάκλινο