Повнота στα ελληνικά
Μετάφραση: повнота, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλάτος, εύρος, πληρότητα, πληρότητας, την πληρότητα, η πληρότητα, της πληρότητας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аксіоматичний στα ελληνικά - αξιωματικός, αναμφισβήτητος, αυταπόδεικτος, αξιωματική, αξιωματικής
- бездиханний στα ελληνικά - άψυχος, άψυχο, άψυχα, νεκρό, άψυχη
- з'єднатися στα ελληνικά - ενοποιώ, συνενώνω, συνδεθείτε, συνδέστε, συνδέσετε, συνδέουν, συνδεθεί
- кінний στα ελληνικά - άλογο, αλόγου, ίππων, αλόγων, των ίππων
Τυχαίες λέξεις
Повнота στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλάτος, εύρος, πληρότητα, πληρότητας, την πληρότητα, η πληρότητα, της πληρότητας
Μεταφράσεις: πλάτος, εύρος, πληρότητα, πληρότητας, την πληρότητα, η πληρότητα, της πληρότητας