Λέξη: μολονότι

Σχετικές λέξεις: μολονότι

μολονότι η ελλάδα βγήκε υπερχρεωμένη από τους βαλκανικούς πολέμους, μολονότι λεξικό, μολονότι συνώνυμα, μολονότι σημασία

Συνώνυμα: μολονότι

εν τούτοις, αν και, καίτοι, ενώ, καθ' όν χρόνον, παρ' όλο που, μολαταύτα

Μεταφράσεις: μολονότι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
though, although, while, albeit, notwithstanding
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
aunque, si bien, pesar, pesar de
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
obschon, wenngleich, obwohl, obgleich, zwar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
quoique, néanmoins, cependant, mais, pourtant, toutefois, bien que, Bien, même si, Bien que les
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
benché, comunque, quantunque, sebbene, nonostante, anche se, anche
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
embora, conquanto, tu, apesar de, apesar, ainda
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hoewel, ofschoon, wel, alhoewel, al, maar
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
хотя, Несмотря на, хотя и, Несмотря на то
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
enda, skjønt, likevel, selv, selv om, men, selv om det
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fastän, ehuru, även om, även, men, trots
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vaikka, joskin, jos kohta, tosin, silti, vaikkapa, mutta, vaikkakin
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
selv, selvom, selv om, skønt
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přece, však, nicméně, ovšem, přesto, ač, sice, ačkoli, i když, ačkoliv, ...
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
acz, jednak, chociaż, jakkolwiek, aczkolwiek, choć, mimo
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bár, noha, jóllehet, habár, bár a
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gerçi, rağmen, olsa, olmasına rağmen, olsa da
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хоч, хоча, однак
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ndonëse, megjithëse, edhe pse, pse, edhepse
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
въпреки че, макар че, макар и, въпреки, макар
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хоць, хаця
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kuigi, ehkki, kuid, küll
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
iako, premda, makar, međutim, onda, mada, iako je, iako su
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þó, þótt, en, enda þótt, þó að
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
etsi, quamquam
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nors, nors ir, tačiau, net jei
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kaut gan, lai gan, kaut arī, gan, kaut
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
иако, И покрај тоа што, и покрај тоа, покрај
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
deși, desi, toate, cu toate
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
čeprav, čeprav je, kljub temu, čeprav se, čeprav so
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
avšak, vak, hoci, aj keď, i keď, napriek, napriek tomu
Τυχαίες λέξεις