Поділи στα ελληνικά
Μετάφραση: поділи, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφοίτηση, διαιρέσεις, τμήματα, διασπάσεις, διαιρέσεων, τμημάτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вегетаційний στα ελληνικά - αυξανόμενη, αυξανόμενες, αυξάνεται, αυξανόμενο, αναπτυσσόμενη
- жалоба στα ελληνικά - παράπονο, καταγγελία, καταγγελίας, αιτίαση, την καταγγελία
- золотій στα ελληνικά - χρυσαφένιος, χρυσός, χρυσό, χρυσού, χρυσά, το χρυσό
- компактний στα ελληνικά - συμπαγής, συμπαγή, συμπαγές, compact, συμπαγείς
Τυχαίες λέξεις
Поділи στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφοίτηση, διαιρέσεις, τμήματα, διασπάσεις, διαιρέσεων, τμημάτων
Μεταφράσεις: αποφοίτηση, διαιρέσεις, τμήματα, διασπάσεις, διαιρέσεων, τμημάτων