Άτομο στα αγγλικά

Μετάφραση: άτομο, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
atom, person, individual, man, subject
Άτομο στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: άτομο

atom
  • άτομο
  • ελάχιστο μόριο
person
  • άτομο
  • πρόσωπο
  • υποκείμενο
individual
  • άτομο

Σχετικές λέξεις: άτομο

άτομο με εισόδημα κάτω του αφορολόγητου ορίου, άτομο και οικογένεια στην ομηρική κοινωνία, άτομο υδρογόνου, άτομο φροντιστήριο πάτρα, άτομο οξυγόνου, άτομο λεξικό γλώσσας αγγλικά, άτομο στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • άτιμος στα αγγλικά - dishonest, knavish, coward, inglorious, ignominious
  • άτολμος στα αγγλικά - meek, diffident, sheepish, timid, niggling, shy
  • άτονος στα αγγλικά - sluggish, languid, unaccented, spiritless, lackadaisical, listless
  • άτρακτος στα αγγλικά - fuselage, spindle, shaft, mandrel, shaft is
Τυχαίες λέξεις
Άτομο στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: atom, person, individual, man, subject