Приголомшливий στα ελληνικά
Μετάφραση: приголомшливий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντυπωσιακός, γοητευτικός, έκπαγλος, αναισθητοποίηση, εκπληκτική, εκπληκτικό, εντυπωσιακό, εντυπωσιακή
Μεταφράσεις
- безлюдний στα ελληνικά - έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
- бравада στα ελληνικά - λεονταρισμοί, παλικαρισμός, νταηλίκι, Bravado, τα Bravado, παλικαριά, ψευτοπαλλικαριά
- відразу στα ελληνικά - φασαρία, ντόρος, αμέσως, ταυτόχρονα, με τη μία, τη μία, μονομιάς
- дискобол στα ελληνικά - Δισκοβόλος, Discobolus, Δισκοβόλου, περίφημος δισκοβόλος
Τυχαίες λέξεις
Приголомшливий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντυπωσιακός, γοητευτικός, έκπαγλος, αναισθητοποίηση, εκπληκτική, εκπληκτικό, εντυπωσιακό, εντυπωσιακή
Μεταφράσεις: εντυπωσιακός, γοητευτικός, έκπαγλος, αναισθητοποίηση, εκπληκτική, εκπληκτικό, εντυπωσιακό, εντυπωσιακή