Приладдя στα ελληνικά
Μετάφραση: приладдя, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπάρχοντα, σκεύος, αξεσουάρ, εξαρτήματα, εξαρτημάτων, τα εξαρτήματα, εξαρτήματά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гойдати στα ελληνικά - ταλαντώνομαι, κούνια, swing, ταλάντευση, εξέλιξη, ταλάντευσης
- дослідження στα ελληνικά - εξερεύνηση, έρευνα, διερεύνηση, έρευνας, την έρευνα, ερευνητικών, της έρευνας
- звичайність στα ελληνικά - συνηθισμένου, εκλαΐκευση
- зустрічний στα ελληνικά - μετρητής, μετρητή, αντίθεση, αντίθετη, απαριθμητή
Τυχαίες λέξεις
Приладдя στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπάρχοντα, σκεύος, αξεσουάρ, εξαρτήματα, εξαρτημάτων, τα εξαρτήματα, εξαρτήματά
Μεταφράσεις: υπάρχοντα, σκεύος, αξεσουάρ, εξαρτήματα, εξαρτημάτων, τα εξαρτήματα, εξαρτήματά