Пристосований στα ελληνικά

Μετάφραση: пристосований, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφαρμοστός, έθιμο, εντοιχισμένος, προσαρμοσμένο, προσαρμοσμένα, προσαρμοσμένη, προσαρμοσμένες, προσαρμόζονται
Пристосований στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • астролог στα ελληνικά - αστρολόγος, αστρολόγο, αστρολόγου, αστρολόγοι, ο αστρολόγος
  • без στα ελληνικά - χωρίς, χωρίς να, δεν, χωρίς την
  • демократичний στα ελληνικά - δημοκρατικός, δημοκρατική, δημοκρατικών, δημοκρατικό, δημοκρατικής
  • зйомка στα ελληνικά - οργώνω, αλέτρι, κινηματογράφηση, μαγνητοσκόπηση, γυρισμάτων, μαγνητοσκόπησης, κινηματογράφησης
Τυχαίες λέξεις
Пристосований στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφαρμοστός, έθιμο, εντοιχισμένος, προσαρμοσμένο, προσαρμοσμένα, προσαρμοσμένη, προσαρμοσμένες, προσαρμόζονται