Έθιμο στα ουκρανικά
Μετάφραση: έθιμο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
клієнтура, пристосувати, пристосований, митний, звичай
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έθιμο
έθιμο της αγάπης, έθιμο του «κουκουμά» στη σύμη, έθιμο του μάρτη, έθιμο μάρτης, έθιμο χαρταετού, έθιμο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, έθιμο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- έδρανο στα ουκρανικά - верстат, стілець, азимут, лавочка, верстак, стелаж, табуретка, ...
- έθιμα στα ουκρανικά - митниці, мито, митний, митниця, таможня
- έθνος στα ουκρανικά - нація, американці, державу, країна, народе, народ
- έκβαση στα ουκρανικά - вихід, виходе, наслідок, результат, кінець, реструктуризація, реструктурування
Τυχαίες λέξεις
Έθιμο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: клієнтура, пристосувати, пристосований, митний, звичай
Μεταφράσεις: клієнтура, пристосувати, пристосований, митний, звичай