Пропуск στα ελληνικά

Μετάφραση: пропуск, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράλειψη, αποστολή, χασμωδία, πέρασμα, περάσει, περνούν, περάσουν, να περάσει
Пропуск στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • домісіть στα ελληνικά - νοθεύω, αλλοιώνω, domisit
  • звістка στα ελληνικά - ειδήσεις, νέα, News, ειδήσεων, είδηση
  • зо στα ελληνικά - κάθε, ανά, από, από την, από το, από τις, από τη
  • мандрівник στα ελληνικά - τουριστικός, ταξιδιώτης, τουρίστας, ταξιδιωτών, ταξιδιώτη, ταξιδιωτικές, ταξιδιώτες
Τυχαίες λέξεις
Пропуск στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράλειψη, αποστολή, χασμωδία, πέρασμα, περάσει, περνούν, περάσουν, να περάσει