Λέξη: σιγά

Σχετικές λέξεις: σιγά

σιγά τα λάχανα, σιγά μην κάνουμε μεταρρυθμίσεις, σιγά τα αυγά, σιγά μη κλάψω, σιγά μην κλάψω, σιγά μην κλάψω- παύλος φύσσας, σιγά σιγά, σιγά μη φοβηθώ, σιγά μη κλάψω σιγά μη φοβηθώ, σιγά μην κλάψω - αγγελάκας και οι επισκέπτες

Συνώνυμα: σιγά

μαλακά, ελαφρώς, ήσυχα, ευγενικά, αργά

Μεταφράσεις: σιγά

σιγά στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
slowly, gently, little, by little, little by

σιγά στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
despacio, lentamente, poco a poco, lenta, lento

σιγά στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
langsam, langsame, langsamer, sich langsam

σιγά στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lente, lentement, doucement, lent, peu à peu

σιγά στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
adagio, piano, lentamente, lento, lenta

σιγά στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lentamente, lento, devagar, lenta, vagarosamente

σιγά στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zachtjes, langzaam, zoetjes, traag, langzamer, geleidelijk

σιγά στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
медленно, потихоньку, исподволь, постепенно, медленнее

σιγά στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sakte, langsomt

σιγά στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sakta, långsamt, långsammare, långsam

σιγά στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hitaasti, verkalleen, vitkaan, hiljaa, hitaammin, vähitellen, hiljalleen

σιγά στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
langsomt, langsommere, langsom, langsomt at

σιγά στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zvolna, pozvolna, pomalu, se pomalu, pomalu se, pomaleji

σιγά στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zwolna, powoli, pomału, wolno, się powoli, wolniej

σιγά στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lassan, lassú, lassabban, lassú ütemben

σιγά στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yavaş yavaş, yavaş, yavaşça, yavaş bir, ağır ağır

σιγά στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
повільно-повільно, повільно, поволі

σιγά στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dalëngadalë, ngadalë, ngadale, ngadalë të

σιγά στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бавно, бавно се, постепенно

σιγά στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
павольна, марудна, паволі

σιγά στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
aeglaselt, aegamööda, pikkamööda, aeglasemalt, tasapisi, aeglane

σιγά στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sporo, polagano, polako, se polako, lagano

σιγά στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hægt, seint, rólega, hægt að, smám saman, hægar

σιγά στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
sensim, lente

σιγά στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lėtai, pamažu, lėčiau, lėto

σιγά στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lēni, lēnām, pamazām, lēnāk

σιγά στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
полека, бавно, полека се

σιγά στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
net, încet, agale, lent, incet, ușor, treptat

σιγά στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
počasi, počasno, počasneje, se počasi, pocasi

σιγά στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pomaly

Στατιστικά δημοτικότητας: σιγά

Τυχαίες λέξεις