Підривною στα ελληνικά
Μετάφραση: підривною, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπονομευτικός, ανατρεπτικός, ανατρεπτική, ανατρεπτικό, ανατρεπτικές, ανατρεπτικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аналогія στα ελληνικά - αναλογία, αλληλογραφία, αναλογίαν
- жасминовий στα ελληνικά - γιασεμί, Jasmine, γιασεμιά, γιασεμιού, το γιασεμί
- кидати στα ελληνικά - εξακοντίζω, ρίξει, να ρίξει, ρίχνουν, ρίχνει, πετάτε
- легкі στα ελληνικά - φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Τυχαίες λέξεις
Підривною στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπονομευτικός, ανατρεπτικός, ανατρεπτική, ανατρεπτικό, ανατρεπτικές, ανατρεπτικών
Μεταφράσεις: υπονομευτικός, ανατρεπτικός, ανατρεπτική, ανατρεπτικό, ανατρεπτικές, ανατρεπτικών