Λέξη: βάτος

Σχετικές λέξεις: βάτος

βάτος φυτό, βάτος σαγανάκι, βατος αχνιστός, βάτος ψάρι, βάτος ιδιότητες, βάτοσ βότανο, βάτος κέρκυρας, βάτος σαμοθράκη, βάτος συνταγή, βάτος αχνιστός συνταγή

Συνώνυμα: βάτος

ρείκι, είδος βάτου, είδος πρίνου

Μεταφράσεις: βάτος

βάτος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bramble, skate, briar, negotiable, Vatos, bush

βάτος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
patín, zarza, Bramble, zarzas, escaramujo, la zarza

βάτος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
rochen, schlittschuh, rollschuh, brombeerstrauch, dornenstrauch, glattrochen, Brombeerstrauch, Brombeere, bramble, Dornbusch, Taubeeren

βάτος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
raie, roncier, patin, ronce, patiner, Bramble, Ronce, ronces, de ronces

βάτος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pattino, rovo, Bramble, rovi, pruno, di rovo

βάτος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tamanho, patim, espinheiro, Sarça, Bramble, amora, da amora

βάτος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schaats, glijmiddel, braamstruik, braambos, Bramble, braambes, doornenbos

βάτος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
скат, ежевика, скользить, Брамбл, Bramble, Брэмбл, Терновник

βάτος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skøyte, bramble, torne, bakerste, tornebusken, kjerret

βάτος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
Bramble, björnbär, törnbusken, björnbärsbuske

βάτος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
karhunvatukka, luistin, luistella, karhunvatukkapensas, bramble, orjantappura, orjantappuralle

βάτος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
Bramble, Tornebusken, brombærbusk, brombær

βάτος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
brusle, ostružiník, ostružiní, Bramble, ostružin, bodlák

βάτος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
deskorolka, wrotka, jeżyna, cierń, Bramble, jeżyny, oset

βάτος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
korcsolya, földi szeder, szeder, galagonyabokor, galagonyabokorból, szederindáról

βάτος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
paten, bramble, çalısına, dikenli, böğürtlen, yabani sarmaşık

βάτος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ковзан, сковзати, ожина, ковзати, ожиновий, коник, скат, ежевика

βάτος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
drizë, man i egër, taçe

βάτος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
къпина, къпини, късат

βάτος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ажына, ажыны

βάτος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
uisk, põldmurakas, uisutama, murakas, Bramble, Kitsemurakas, Omane põõsas

βάτος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
klizaljka, koturaljka, kupina, glog, drač

βάτος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Bramble

βάτος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gervuogė, Bramble, Ostrężnica, būdvardžiai, cierniowy

βάτος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kazenājs, Bramble

βάτος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Bramble

βάτος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
patină, mărăcine, Bramble, mărăcini, rug, mure

βάτος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
drsati, Bramble

βάτος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ostružina, černice, ostružín, ostru iny, ostružiny
Τυχαίες λέξεις