Радник στα ελληνικά
Μετάφραση: радник, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπειρογνώμονας, σύμβουλος, εμπειρογνώμων, σύμβουλο, συμβούλου, σύμβουλος του, σύμβουλό
Μεταφράσεις
- боягузливість στα ελληνικά - δειλία, δειλίας, τη δειλία, ανανδρία, cowardice
- жаба στα ελληνικά - βάτραχος, βάτραχο, βατράχου, βατράχων
- загін στα ελληνικά - κατέχω, αποκόλληση, έχω, διπλώνω, ταξιαρχία, παρέα, συμβαλλόμενος, ...
- знущатися στα ελληνικά - κατάχρηση, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Τυχαίες λέξεις
Радник στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπειρογνώμονας, σύμβουλος, εμπειρογνώμων, σύμβουλο, συμβούλου, σύμβουλος του, σύμβουλό
Μεταφράσεις: εμπειρογνώμονας, σύμβουλος, εμπειρογνώμων, σύμβουλο, συμβούλου, σύμβουλος του, σύμβουλό