Розетка στα ελληνικά

Μετάφραση: розетка, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κονκάρδα, τριαντάφυλλο, υποδοχή, πρίζα, υποδοχής, πρίζας, socket
Розетка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • алювіальний στα ελληνικά - επιφανειακός, επιπόλαιος, προσχωματικός, προσχωσιγενή, αλλουβιακές, προσχωσιγενείς, προσχωσιγενών
  • бліцкриг στα ελληνικά - blitzkrieg
  • деталізація στα ελληνικά - λεπτομέρειες, στοιχεία, στοιχείων, τα στοιχεία, τις λεπτομέρειες
  • зваба στα ελληνικά - εκμαυλισμός, έλξη, έλξης, αξιοθέατο, το αξιοθέατο, προσέλκυση
Τυχαίες λέξεις
Розетка στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κονκάρδα, τριαντάφυλλο, υποδοχή, πρίζα, υποδοχής, πρίζας, socket