Рохкати στα ελληνικά

Μετάφραση: рохкати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μουρμουρίζω, γρυλλίζω, γρυλλισμός, βουτυρόψαρο, γρύλισμα, grunt
Рохкати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аспект στα ελληνικά - χροιά, θωριά, διάσταση, όψη, άποψη, πλευρά, πτυχή, ...
  • боротьба στα ελληνικά - παλαιστής, παλεύω, κακόμοιρος, αγώνας, αγωνίζομαι, δραστηριοποιούμαι, αρπάζομαι, ...
  • док στα ελληνικά - αποβάθρα, λάπαθο, προβλήτα, αράζω, προκυμαία, βάση σύνδεσης, βάση σύνδεσης για, ...
  • кіл στα ελληνικά - στοίχημα, διακυβεύονται, διακυβεύεται, ποσοστό, μερίδιο
Τυχαίες λέξεις
Рохкати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μουρμουρίζω, γρυλλίζω, γρυλλισμός, βουτυρόψαρο, γρύλισμα, grunt