Сподіватися στα ελληνικά

Μετάφραση: сподіватися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευελπιστώ, κλαίω, ελπίδα, προσδοκώ, αναμένω, περιμένω, ελπίζω, ελπίζουμε, ελπίζουν, ελπίσουμε
Сподіватися στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безсумнівний στα ελληνικά - ερωτηματολόγιο, αναμφίβολα, αναμφισβήτητα, χωρίς αμφιβολία, αναμφιβόλως
  • виганяти στα ελληνικά - στρίβω, εξορίζω, σειρά, εκτοξεύω, φυγάς, εξορία, στροφή, ...
  • виділіться στα ελληνικά - εκκρίνω, vydilitsya
  • відпустку στα ελληνικά - διακοπές, ζωγραφιά, για διακοπές, Εξοχικό, τις διακοπές, εξοχικά
Τυχαίες λέξεις
Сподіватися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευελπιστώ, κλαίω, ελπίδα, προσδοκώ, αναμένω, περιμένω, ελπίζω, ελπίζουμε, ελπίζουν, ελπίσουμε