Старійшини στα ελληνικά
Μετάφραση: старійшини, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πατριάρχης, Γέροντας, Γέροντα, Γέρων, Πρεσβύτερος, Ο Γέροντας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- випробування στα ελληνικά - δοκιμάζω, δίκη, δοκιμή, δίκης, δοκιμής, δοκιμαστική
- гімнастичний στα ελληνικά - γυμναστικός, γυμναστικής, γυμναστικές, είδη γυμναστικής, όργανα γυμναστικής
- задоволеність στα ελληνικά - αυταρέσκεια, ικανοποίηση, ικανοποίησης, την ικανοποίηση, ευχαρίστηση, πληρότητα
- застерігати στα ελληνικά - επιφύλαξη, περίσκεψη, προειδοποίηση, προειδοποιώ, προσοχή, σύνεση, προσοχής, ...
Τυχαίες λέξεις
Старійшини στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πατριάρχης, Γέροντας, Γέροντα, Γέρων, Πρεσβύτερος, Ο Γέροντας
Μεταφράσεις: πατριάρχης, Γέροντας, Γέροντα, Γέρων, Πρεσβύτερος, Ο Γέροντας