Стромовина στα ελληνικά
Μετάφραση: стромовина, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καραμπίνα, τουφέκι, stromovyna
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- глухе στα ελληνικά - γωνία, εσοχή, κουφός, κωφός, κωφών, κωφούς, κωφά
- грос στα ελληνικά - πρόστυχος, αισχρός, ακαθάριστος, χοντρός, ακαθάριστο, ακαθάριστα, ακαθάριστη, ...
- крутійка στα ελληνικά - krutiyka
- ліки στα ελληνικά - ναρκωτικό, θυμάμαι, φάρμακο, ιατρική, ιατρικής, το φάρμακο, φαρμάκου
Τυχαίες λέξεις
Стромовина στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καραμπίνα, τουφέκι, stromovyna
Μεταφράσεις: καραμπίνα, τουφέκι, stromovyna