Торба στα ελληνικά
Μετάφραση: торба, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουζίνα, τσάντα, σακούλα, σάκο, σάκος, σακούλας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- багатошлюбний στα ελληνικά - bahatoshlyubnyy
- внутрішності στα ελληνικά - σκουπίδια, μέσα, εντός, εσωτερικό, στο εσωτερικό, μέσα σε
- зачатки στα ελληνικά - βασικά στοιχεία, υποτυπώδεις, υποτυπώδη, βασικές γνώσεις, υποτυπωδών
- зневіра στα ελληνικά - γοφός, κατάθλιψη, ύφεση, απελπισία, απόγνωση, απελπισίας, απόγνωσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Торба στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουζίνα, τσάντα, σακούλα, σάκο, σάκος, σακούλας
Μεταφράσεις: κουζίνα, τσάντα, σακούλα, σάκο, σάκος, σακούλας