Трясовина στα ελληνικά
Μετάφραση: трясовина, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορτύκι, βάλτος, τέλμα, βάλτο, το τέλμα, τέλμα του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- власний στα ελληνικά - κατέχω, της], τα δικά, δική, δικά, το δικό, τη δική
- захоплений στα ελληνικά - ενθουσιασμένος, συλλαμβάνονται, κατέλαβε, συλλαμβάνεται, συλληφθεί, σταματούν
- знак στα ελληνικά - θώκος, χαρακτήρας, γραφείο, κονκάρδα, πινακίδα, σήμα, επιγραφή, ...
- макарони στα ελληνικά - μακαρονάδα, μακαρόνια, μακαρονιών, macaroni, μακαρόνι, ζυμαρικών
Τυχαίες λέξεις
Трясовина στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορτύκι, βάλτος, τέλμα, βάλτο, το τέλμα, τέλμα του
Μεταφράσεις: ορτύκι, βάλτος, τέλμα, βάλτο, το τέλμα, τέλμα του