Тюхтій στα ελληνικά
Μετάφραση: тюхтій, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνίγω, κουκουλώνω, chaw
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безкарність στα ελληνικά - ατιμωρησία, ατιμωρησίας, της ατιμωρησίας, την ατιμωρησία, η ατιμωρησία
- відчепіть στα ελληνικά - Σηκώστε, Ξεγαντζώστε
- кав'яр στα ελληνικά - γάμπα, μοσχάρι, χαβιάρι, χαβιαριού, το χαβιάρι, χαβιαριών
- крижаною στα ελληνικά - ψυχρός, παγερός, παγωμένος, πάγος, πάγου, πάγο, με πάγο, ...
Τυχαίες λέξεις
Тюхтій στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνίγω, κουκουλώνω, chaw
Μεταφράσεις: πνίγω, κουκουλώνω, chaw