Тягнути στα ελληνικά
Μετάφραση: тягнути, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρατώ, έλκω, τραβώ, ζωγραφίζω, επισύρω, σέρνω, υποστηρίζω, συντηρώ, έλξη, τραβήξτε, τραβήξει, τραβάτε, τραβήξετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бабка στα ελληνικά - dragonfly
- біс στα ελληνικά - τελώνιο, δαίμονας, δις, bis, δισ, δι, δις-
- вегетаріанці στα ελληνικά - χορτοφάγους, χορτοφάγοι, οι χορτοφάγοι, τους χορτοφάγους, χορτοφάγων
- диспетчер στα ελληνικά - αποστολέας, αποστολέα, αποστολέα που, αποστολέα που έχει
Τυχαίες λέξεις
Тягнути στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρατώ, έλκω, τραβώ, ζωγραφίζω, επισύρω, σέρνω, υποστηρίζω, συντηρώ, έλξη, τραβήξτε, τραβήξει, τραβάτε, τραβήξετε
Μεταφράσεις: κρατώ, έλκω, τραβώ, ζωγραφίζω, επισύρω, σέρνω, υποστηρίζω, συντηρώ, έλξη, τραβήξτε, τραβήξει, τραβάτε, τραβήξετε