Швидко-швидко στα ελληνικά

Μετάφραση: швидко-швидко, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γρήγορα, γρήγορος, πολύ, ιδιαίτερα, είναι πολύ, εξαιρετικά, ακριβώς
Швидко-швидко στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безжалісно στα ελληνικά - απάνθρωπα, αλύπητα, ανηλεώς, ανελέητα, χωρίς έλεος, χωρίς οίκτο
  • закордонний στα ελληνικά - ξένος, εξωτερικός, αλλοδαπός, ξένων, ξένες, ξένο
  • камлот στα ελληνικά - kamlot
  • мастити στα ελληνικά - λιπαντικό, γράσο, λίπος, γράσου, λίπη, λιπών
Τυχαίες λέξεις
Швидко-швидко στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γρήγορα, γρήγορος, πολύ, ιδιαίτερα, είναι πολύ, εξαιρετικά, ακριβώς