Ława στα ελληνικά

Μετάφραση: ława, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πάγκος, έδρανο, έδρα, λάπαθο, προβλήτα, αράζω, παγκάκι, αποβάθρα, πάγκο, πάγκου, κλίνη
Ława στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • całodzienny στα ελληνικά - ημέρα, μέρα, Day, ημέρας, ημέρα της
  • doktor στα ελληνικά - ιατρός, γιατρός, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού
  • haft στα ελληνικά - κέντημα, κεντήματα, κεντήματος, κεντημάτων, κεντητική
  • ilustrować στα ελληνικά - δείχνω, εξηγώ, εμφαίνω, παράσταση, διευκρινίζω, εικονογραφώ, επεξηγώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Ława στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πάγκος, έδρανο, έδρα, λάπαθο, προβλήτα, αράζω, παγκάκι, αποβάθρα, πάγκο, πάγκου, κλίνη