Cherlawy στα ελληνικά

Μετάφραση: cherlawy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιλάσθενος, ασήμαντος, ισχνός, αδύνατος, ασθενικός, ασθενικά, ασθενικό, αρρωστημένο
Cherlawy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cherlactwo στα ελληνικά - έσχατο γήρας, εξασθένησή, την εξασθένησή, εξασθένηση, εξασθένησης
  • cherlak στα ελληνικά - ανάπηρος, ασθενές πλάσμα, αδύναμος
  • cherubin στα ελληνικά - χερουβείμ, αγγελούδι, χερούβ, χερουβ, cherub
  • chełpienie στα ελληνικά - κορδόνομαι, αλαζονεύομαι, swagger, έπαρση, κομπάζω
Τυχαίες λέξεις
Cherlawy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιλάσθενος, ασήμαντος, ισχνός, αδύνατος, ασθενικός, ασθενικά, ασθενικό, αρρωστημένο