Chuchać στα ελληνικά

Μετάφραση: chuchać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπνέω, τολύπη, αναπνέετε, αναπνέει, αναπνέουν, αναπνεύσει
Chuchać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chrzęścić στα ελληνικά - τριζοβολώ, αγγαρεία, αμμόλιθος, τρίζω, χαλίκι, αλέθω, άμμος, ...
  • chuch στα ελληνικά - τολύπη, φούσκα, φύσημα, λαχανιάζω, ρουφηξιά, τζούρα
  • chuchro στα ελληνικά - ασθενές πλάσμα, αδύναμος
  • chudnięcie στα ελληνικά - αραίωση, λέπτυνση, αραίωμα, αραίωσης, εκλέπτυνση
Τυχαίες λέξεις
Chuchać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπνέω, τολύπη, αναπνέετε, αναπνέει, αναπνέουν, αναπνεύσει