Ciachać στα ελληνικά
Μετάφραση: ciachać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεμαχίζω, τσεκουριά, κόβω, μπριζόλα, ψιλοκόψτε, τεμαχίσει, τεμαχίστε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chłystek στα ελληνικά - αδέξιος μπούφος νεαρός
- chłód στα ελληνικά - ρίγος, κρύος, δροσερός, κρυολόγημα, φρεσκάδα, παγερός, ανατριχίλα, ...
- ciachnięcie στα ελληνικά - κόψιμο, κοπή, κόβω, slash, κάθετο, κάθετος, μειώσει, ...
- ciachnąć στα ελληνικά - hack, αμυχή, σιδηροπρίονο, μεράκι, την αμυχή
Τυχαίες λέξεις
Ciachać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεμαχίζω, τσεκουριά, κόβω, μπριζόλα, ψιλοκόψτε, τεμαχίσει, τεμαχίστε
Μεταφράσεις: τεμαχίζω, τσεκουριά, κόβω, μπριζόλα, ψιλοκόψτε, τεμαχίσει, τεμαχίστε