Ciastko στα ελληνικά
Μετάφραση: ciastko, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κέικ, πόρνη, καυστικός, στυφός, τάρτα, μπισκότο, τούρτα, κέϊκ, πάστα, το κέικ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ciastkarnia στα ελληνικά - ζαχαροπλαστική, γλυκίσματα, ζαχαροπλαστείο, ζαχαρωτά, ζαχαροπλαστικής
- ciasto στα ελληνικά - ζύμη, πίτα, κόλλα, κέικ, τούρτα, κέϊκ, πάστα, ...
- ciastowatość στα ελληνικά - κολλώδες
Τυχαίες λέξεις
Ciastko στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κέικ, πόρνη, καυστικός, στυφός, τάρτα, μπισκότο, τούρτα, κέϊκ, πάστα, το κέικ
Μεταφράσεις: κέικ, πόρνη, καυστικός, στυφός, τάρτα, μπισκότο, τούρτα, κέϊκ, πάστα, το κέικ