Cucić στα ελληνικά
Μετάφραση: cucić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβιώνω, αναζωογονώ, αναβιώσει, αναβιώσουν, αναβιώνουν, αναζωογονήσει, αναζωογόνηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cuchnący στα ελληνικά - σαπισμένος, χάλια, σαθρός, σαπρός, φάουλ, αποκρουστική, κάνει φάουλ
- cuchnąć στα ελληνικά - βρομιά, βρομώ, βρόμα, βρώμα, δυσωδία, βρωμάει, βρωμούσα του, ...
- cud στα ελληνικά - θαύμα, θαύματος, το θαύμα, θαυματουργή, θαυματουργό
- cudactwo στα ελληνικά - ιδιορρυθμία, παραξενιά, μοναδικότητα, παραδοξότητα, αλλοκοτιά, παραδοξότης
Τυχαίες λέξεις
Cucić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβιώνω, αναζωογονώ, αναβιώσει, αναβιώσουν, αναβιώνουν, αναζωογονήσει, αναζωογόνηση
Μεταφράσεις: αναβιώνω, αναζωογονώ, αναβιώσει, αναβιώσουν, αναβιώνουν, αναζωογονήσει, αναζωογόνηση