Dźwignia στα ελληνικά

Μετάφραση: dźwignia, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όπλο, χέρι, μοχλός, μπράτσο, γρύλος, επιρροή, μοχλό, μοχλού, μοχλ, του μοχλού
Dźwignia στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dźwigać στα ελληνικά - υποφέρω, φορτίζω, γεννώ, ζαλίκι, ανατρέφω, αναστηλώνω, υψώνω, ...
  • dźwigienka στα ελληνικά - γλιστρώ, τσουλήθρα, μοχλός, μοχλό, μοχλού, μοχλ, του μοχλού
  • dźwignica στα ελληνικά - γερανός, γερανού, γερανό, γερανών, του γερανού
  • dźwignik στα ελληνικά - γερανός, γρύλος, Jack, ο Jack, του Jack, γρύλο
Τυχαίες λέξεις
Dźwignia στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όπλο, χέρι, μοχλός, μπράτσο, γρύλος, επιρροή, μοχλό, μοχλού, μοχλ, του μοχλού