Λέξη: διαμαρτυρία
Σχετικές λέξεις: διαμαρτυρία
διαμαρτυρία στα σφακιά, διαμαρτυρία για τα φωτοβολταϊκά, διαμαρτυρία εκπαιδευτικών, διαμαρτυρία έξω από το mega, διαμαρτυρία συνώνυμο, διαμαρτυρία μουσικών σχολείων, διαμαρτυρία active member, διαμαρτυρία στο mega, διαμαρτυρία συνώνυμα, διαμαρτυρία λογιστών
Συνώνυμα: διαμαρτυρία
παράσταση
Μεταφράσεις: διαμαρτυρία
διαμαρτυρία στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
protest, complaint, protests, a protest, protesting
διαμαρτυρία στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
protesta, reclamar, protestar, protesto, protestas, de protesta, la protesta
διαμαρτυρία στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
protestieren, protest, einspruch, Protest, Protestes, Protests
διαμαρτυρία στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
protestons, renauder, protestez, exception, protester, contestation, protestent, protestation, contester, manifestation, protestations
διαμαρτυρία στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
protesta, protestare, di protesta, proteste, segno di protesta
διαμαρτυρία στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
protestar, protesto, proteína, protestos, de protesto, o protesto
διαμαρτυρία στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
betwisten, bezwaar, tegenwerping, bestrijden, protesteren, protest, protesten, protest van, verzet
διαμαρτυρία στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
протест, опротестование, отнекиваться, протестовать, опротестовать, протеста, протестом, акция протеста, протесты
διαμαρτυρία στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
protestere, protest, protesten, protester
διαμαρτυρία στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
protestera, protest, protester, protesten
διαμαρτυρία στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
protesti, mielenosoitus, protestoida, moite, valitus, protestin, protestina, vastalause
διαμαρτυρία στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
protest, protestere, protester, protesten
διαμαρτυρία στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
protestovat, ohrazení, protest, protestní, protestu, protestem, protestního
διαμαρτυρία στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
protestować, zapewnienie, protest, protestu, protestowa, protestem, protesty
διαμαρτυρία στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tiltakozás, tiltakozó, tiltakozást, tiltakozásul, tüntetés
διαμαρτυρία στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
protesto, itiraz, protest, bir protesto, protestosu
διαμαρτυρία στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
протеїни, протест, відповідь
διαμαρτυρία στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
protestë, Protesta, proteste, protestës, protesta e
διαμαρτυρία στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
протест, знак на протест, протеста, протести, протестна
διαμαρτυρία στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пратэст
διαμαρτυρία στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vaidlustama, protest, protesteerima, protesti, protestiks, vaidlustuse, protesti lahendamine
διαμαρτυρία στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
protest, protestirati, prigovor, prosvjed, prosvjede, za prosvjede
διαμαρτυρία στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mótmæli, mótmæla, mótmælum, kæru, mótmælunum
διαμαρτυρία στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
protestas, protestuoti, protesto, protestą, protestai
διαμαρτυρία στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
protests, iebildums, protestēt, protesta, protestu, protesti, protesta izskatīšana
διαμαρτυρία στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
протестот, протест, протестите, знак на протест, протести
διαμαρτυρία στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
protest, de protest, semn de protest, protestul, proteste
διαμαρτυρία στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
protest, protestni, protestov, oddajo protestov, za oddajo protestov
διαμαρτυρία στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
protest, protestu, protestovať, námietky
Στατιστικά δημοτικότητας: διαμαρτυρία
Τυχαίες λέξεις