Dosiąść στα ελληνικά
Μετάφραση: dosiąść, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανεβαίνω, όρος, αυξάνομαι, βουνό, βάση, mount, Άγιον
Μεταφράσεις
- dosiadać στα ελληνικά - αυξάνομαι, όρος, ανεβαίνω, βουνό, βάση, mount, Άγιον
- dosięganie στα ελληνικά - Εισχωρεί, φτάνει, φθάσει, φθάνει, φτάσει
- dosięgać στα ελληνικά - επιτυγχάνω, νικώ, φτάνω, κατορθώνω, κερδίζω, φθάσουν, φθάσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Dosiąść στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανεβαίνω, όρος, αυξάνομαι, βουνό, βάση, mount, Άγιον
Μεταφράσεις: ανεβαίνω, όρος, αυξάνομαι, βουνό, βάση, mount, Άγιον