Dyrektywa στα ελληνικά
Μετάφραση: dyrektywa, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δήλωση, κατάσταση, οδηγία, οδηγίας, της οδηγίας, την οδηγία, οδηγίας του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dyrektorski στα ελληνικά - διευθυντικός, διευθυντικές, διαχειριστικών, διευθυντικά, διαχειριστικές, διευθυντικού
- dyrygent στα ελληνικά - επιτηρητής, επόπτης, μαέστρος, αγωγός, αγωγού, αγωγό, του αγωγού
- dyrygentura στα ελληνικά - τη διεξαγωγή, διεξαγωγή, τη διενέργεια, διενέργεια, διεξάγει
Τυχαίες λέξεις
Dyrektywa στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δήλωση, κατάσταση, οδηγία, οδηγίας, της οδηγίας, την οδηγία, οδηγίας του
Μεταφράσεις: δήλωση, κατάσταση, οδηγία, οδηγίας, της οδηγίας, την οδηγία, οδηγίας του