Dziwka στα ελληνικά
Μετάφραση: dziwka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πατσαβούρα, πόρνη, σκωρία, σκύλα, τσούλα, παλιοθήλυκο, τσουλί, πόρνη που
Μεταφράσεις
- dziwak στα ελληνικά - χαρακτήρας, αφύσικο, φρικιό, μανιβέλα, τύπος, παιδί, weirdo, ...
- dziwić στα ελληνικά - θαύμα, αναρωτιέμαι, θαυμασμός, έκπληξη, διερωτώμαι, έκπληξή, αποτελεί έκπληξη, ...
- dziwkarz στα ελληνικά - ακόλαστος, ελευθεριάζοντα, ελευθεριάζων, ακόλαστων, ασύδοτη
- dziwnie στα ελληνικά - παράδοξα, παραδόξως, περίεργο, παράξενα, περιέργως
Τυχαίες λέξεις
Dziwka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πατσαβούρα, πόρνη, σκωρία, σκύλα, τσούλα, παλιοθήλυκο, τσουλί, πόρνη που
Μεταφράσεις: πατσαβούρα, πόρνη, σκωρία, σκύλα, τσούλα, παλιοθήλυκο, τσουλί, πόρνη που